ΑΡΘΡΑ

Ο Γρηγόρης Σολωμός ασχολήθηκε με τα πεδία της ιατρικής, της φυσικής, της ιστορίας, της φιλοσοφίας, της πολιτικής, της υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης, ευρισκόμενος σε διαρκή πνευματική κίνηση για την αναζήτηση της δημιουργικής γνώσης, της επιστημονικής τεκμηρίωσης και της παραγωγικής σύνθεσης.

Published: May 27 Posted Under: Πολιτικό Βήμα

Η Κρίση

Για την κρίση ευθύνονται και τα δύο κόμματα, γιατί με την πολιτική τους έβλαψαν καίρια την πατρίδα μας.

Ο Γ. Παπανδρέου δεν ευθύνεται για την δημοσιονομική κρίση. Έχει ευθύνες όμως γιατί δεν αντελήφθη προ ή και αμέσως μετά τις εκλογές ότι βρίσκεται σε βαθειά νερά μιας δημοσιονομικής κρίσης. Και το λάθος του ήταν ότι δεν μετέτρεψε σε κρίση δανεισμού με αποτέλεσμα η χώρα μας να περιέλθει σε καθεστώς διεθνούς οικονομικού ελέγχου.

Είναι αλήθεια ότι η Κυβέρνηση Καραμανλή διαχειρίστηκε ολέθρια τα δημόσια οικονομικά. Αλλά είναι εξ ίσου αλήθεια ότι το καράβι είχε πάρει ρότα προς τα βράχια νωρίτερα. Η ρητορική Σημίτη για την «ισχυρή οικονομία» μιας «ισχυρής Ελλάδας» απεδείχθη ένα προπαγανδιστικό ψέμα. Εκείνος που το 1987 παρητήθη από Υπουργός Εθνικής οικονομίας, γιατί το σύνθημα «Τζοβόλα δως τα όλα» του κατεδάφισε το νοικοκύρεμα της οικονομίας που είχε μέχρι τότε πετύχει, έρχεται μετά δώδεκα χρόνια και παρουσιάζει ένα τεράστιο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, επενδυτική άπνοια, με αποκορύφωμα την χρηματιστηριακή κρίση του 99.

Το δημόσιο έλλειμμα και χρέος αυξήθηκαν γιατί οι πόροι δεν διοχετεύτηκαν σε παραγωγικές επενδύσεις που θα έφερναν πρόσθετο πλούτο. Στην Ελλάδα τις τρεις τελευταίες δεκαετίες κυκλοφόρησε πολύ χρήμα αλλά με δυσανάλογα μικρό παραγωγικό αποτέλεσμα, ούτε στην εκπαίδευση ούτε στην άμυνα, ούτε στην έρευνα, ούτε στην υγεία, ούτε στην κοινωνική πολιτική, ούτε στα δημόσια έργα. Η μόνη σοβαρή προσπάθεια για συμμάζεμα έγινε από τον Αλέκο Παπαδόπουλο 1993-96. Στην συνέχεια η προσπάθεια νοθεύτηκε από την «δημιουργική λογιστική» που είχε για στόχο την ΟΝΕ και όχι το νοικοκύρεμα. Έτσι στην 8ετία 1996-04 η κυβέρνηση Σημίτη διπλασίασε το χρέος που παρέλαβε. Το ίδιο έκανε και ο Καραμανλής αλλά σε 5 ½ χρόνια.

Το πρόβλημα είναι κατ’ εξοχήν πολιτικό και στην συνέχεια οικονομικό. Το πολιτικό σύστημα δεν είχε την διάθεση να «σπάσει αυγά». Και όλοι βολεύονταν με τα προνόμια, αν και το καράβι τράβαγε προς τα βράχια. Τώρα όμως που το κλεπτοκρατικό και σπάταλο μοντέλο καταρρέει, το καθήκον μας είναι να αντικατασταθεί από ένα υγιές και παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης.

Πολλοί θεωρήσαμε ότι με το Μνημόνιο μπορούμε να καθαρίσουμε την «κόπρο του Αυγείου». Αναμφίβολα το Μνημόνιο διαλαμβάνει μέτρα που έπρεπε προ πολλού να έχουν παρθεί. Συνολικά, όμως, συνιστά λανθασμένη θεραπεία επειδή εγκλωβίζει την οικονομία στον φαύλο κύκλο της ύφεσης.

Οι διεθνείς επενδυτές, αρκετά ρεαλιστές, δεν εμπιστεύονται τους πολιτικούς λιτότητας και βλέπουν ότι η εφαρμοζόμενη συνταγή δεν βγαίνει. Αυτός είναι και ο λόγος που παρά την επίσημη ρητορική της, η Τρόϊκα προετοιμάζει το έδαφος για μία ελεγχόμενη χρεοκοπία.

Το ασφαλιστικό μας πρόβλημα εκφράζει την ανατροπή μιας θεμελιακής κοινωνικής σχέσης, που οικοδομήθηκε μέσα σε 10ετίες.

Η παραδοχή ήταν ότι το σύστημα θα μπορούσε να αναπαράγεται από γενιά σε γενιά. Κι αυτό έγινε για πολλά χρόνια.

Σήμερα όμως η παραδοχή αυτή έχει κλονιστεί. Τα αντικειμενικά δεδομένα άλλαξαν.

Σήμερα η αδυναμία να δοθεί απάντηση στο πρόβλημα είναι έκφραση μιας πολιτικής και ιδεολογικής αντίληψης που φοβάται και κυρίως αρνείται να αναγνωρίσει το πρόβλημα.

Το ερώτημα είναι ότι :

Με ποιον τρόπο μπορούμε να διασφαλίσουμε το βιοτικό επίπεδο μιας κοινωνίας που γερνά.

Και με ποιο τρόπο θα διαχειριστούμε ένα πλήθος προβλημάτων που σχετίζονται με μεγάλες αλλαγές στην θέση της μισθωτής εργασίας και της απασχόλησης στην οικονομία, με την επιμήκυνση του χρόνου εκπαίδευσης ή με πρωτόγνωρες τεχνολογικές αλλαγές.

Το ερώτημα αυτό τίθεται από την ίδια την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα δεν είναι ούτε νεοφιλελεύθερη ούτε σοσιαλιστική ή κάτι άλλο. Η απάντηση όμως που θα δοθεί, είναι. 

Μια απάντηση δεν μπορεί παρά να εκφράζει μια νέα κοινωνική ισορροπία και  νέους κανόνες που θα ισχύουν στη σχέση μεταξύ γενεών, στο εσωτερικό των γενεών και στην σχέση ασφαλιστικού και άλλων κοινωνικών και οικονομικών ζητημάτων.

Έτσι, η όποια απάντηση δοθεί προφανώς θα αντανακλά την πολιτική την ιδεολογική και αξιακή αντίληψη της κοινωνίας για το θέμα αυτό. Μια απάντηση μπορεί να εξασφαλίζει αντοχή στο ασφαλιστικό σύστημα για είκοσι και εικοσιπέντε χρόνια.

Μπορεί ακόμη να είναι μια «μη απάντηση, που στόχο θα έχει όχι να λύσει αλλά να μεταθέσει το πρόβλημα στο μέλλον και να λύσει το προσωπικό πρόβλημα, όσων έχουν την ευθύνη να δώσουν λύση, δεν διαθέτουν όμως την απαιτούμενη υπευθυνότητα για να ανταποκριθούν στον ρόλο τους.

Το ασφαλιστικό έχει μια επικίνδυνη ιδιότητα. Όσο καθυστερεί η μεταρρύθμισή του, τόσο ενεργοποιεί τους μηχανισμούς της αυτό-επιδείνωσής του.

Αν λοιπόν η πολιτική απραξία στην αποδιοργάνωση θεμελιακών κοινωνικών σχέσεων θεωρείται και κοινωνική ευαισθησία τότε οι έννοιες έχουν αλλάξει περιεχόμενο.

Το ασφαλιστικό όμως δεν προσφέρεται για παιχνίδια εντυπώσεων και ψευδο-κοινωνικής ρητορικής σε κενό αέρος, που η πτώση αφορά γενεές εργαζομένων και συνταξιούχων.

 

Το ασφαλιστικό θέτει καίρια ζητήματα, όπως :

  1. Πως και από ποιον καλύπτεται το χάσμα και το κόστος της αλλαγής των δημογραφικών και εργασιακών δεδομένων, κατά τρόπο που να μην επιβαρύνονται δυσανάλογα κάποιες γενεές, οι οποίες σήμερα δεν μετέχουν στις αποφάσεις που λαμβάνονται.
  2. Πως εξασφαλίζεται μία έστω και σχετική βεβαιότητα στις γενεές των σημερινών εργαζομένων για το κοινωνικό συμβόλαιο που θα ρυθμίζει και θα εγγυάται την σύνταξή τους όταν συνταξιοδοτηθούν.
  3. Τι σημαίνει στην πράξη «δίκαιο ασφαλιστικό σύστημα» και τι μπορεί να σημαίνει «αλληλεγγύη» στο συγκεκριμένο ζήτημα.
  4. Πως οι επιλογές και ρυθμίσεις που θα αποφασισθούν θα ενισχύσουν την αναπτυξιακή πορεία της Ελληνικής οικονομίας, και μάλιστα κατά τρόπο που θα αποτραπεί μια εξέλιξη που θα διατηρεί την ανάπτυξη σε χαμηλά επίπεδα, με συνέπεια την μη ουσιαστική βελτίωση των πραγματικών μισθών ή συντάξεων.

Με τα παραπάνω δεδομένα θα πρέπει:

  1. Να δοθεί σύντομα ουσιαστική απάντηση : Ακόμη κι αν προκύπτει από αναλογιστικές μελέτες ότι οδηγούμεθα σε κρίση του ασφαλιστικού σε 10-15 χρόνια, δεν πρέπει οι εργαζόμενοι να αφεθούν στην τύχη τους για να πάρουμε μέτρα λίγα χρόνια πριν εμφανισθεί η κρίση.
    Οι κυβερνήσεις οφείλουν αφ’ ενός να πάρουν μέτρα για την έγκαιρη αντιμετώπιση των προβλημάτων και αφ’ ετέρου να δώσουν τα μηνύματα στους εργαζόμενους για να συνεργασθούν σε συνθήκες καθαρές και όχι θολές, βιαστικές και αβέβαιες.
  2. Οι γενεές που σήμερα εργάζονται  και καταβάλουν ασφαλιστικές εισφορές, που κατευθύνονται στην συνταξιοδότηση των ηλικιωμένων προειδοποιούν ότι θα ισχύσει το ίδιο καθεστώς και γι’ αυτές. Αν δεν συμβεί κάτι τέτοιο θα πρέπει να πληρώσουν δυο φορές.
    Μία τώρα για τους νυν συνταξιούχους και μία για τον εαυτό τους όταν συνταξιοδοτηθούν. Αυτό έχει συνέπειες και ατομικές στην κοινωνία.
  3. Ασφαλιστικό πρόβλημα δεν σημαίνει πάντα αναγκαστικά περικοπές και  μείωση του βιοτικού επιπέδου.

Αν οργανωθεί έγκαιρα η μετάβαση σ’ ένα πιο σταθερό και αποτελεσματικό σύστημα μπορεί να οδηγηθούμε σε μια ισχυρότερη αναπτυξιακή – διαρθρωτική διαδικασία με υψηλότερο εισοδηματικό και βιοτικό επίπεδο. Αντίθετα η απραξία ή λαθεμένη απόφαση θα οδηγήσει στα ελλείμματα και τον περιορισμό της ανάπτυξης.

Το 2001, που ήλθε για τους προαναφερόμενους λόγους το ασφαλιστικό στο τραπέζι, διατυπώθηκε και επικράτησε η άποψη ότι είναι πολιτικά παράλογο να δοθούν λύσεις σ’ ένα πρόβλημα που θα ξεσπάσει σε 15 χρόνια. Η αντίληψη αυτή ήταν κυρίαρχη στον σοσιαλιστικό – προοδευτικό χώρο, στο όνομα μιας υποθετικής πολιτικής και κοινωνικής ευαισθησίας, το βαρύ τίμημα της οποίας θα πληρώνουν πολλές επερχόμενες γενεές εργαζομένων, εφ’ όσον

Βέβαια, αν δεν δοθεί λύση, το σύστημα θα αποδειχθεί μη βιώσιμο. Όμως, για το τίμημα αυτό, κανείς δεν λέει λέξη. Οι ρητορίες και  η αναζήτηση άλλοθι στο παρελθόν για τα ζόρικα του σήμερα ακούγονται ωραία. Και το κλίμα επιδείνωσης που βιώνουν σήμερα πολλοί ασφαλισμένοι οφείλεται στον αρνητισμό του χθες. Οι προτάσεις που ακούστηκαν πρόσφατα από την πλευρά της Κυβέρνησης ότι οι αλλαγές θα αφορούν τις νεότερες γενεές, δηλ. τις γενεές που επιπλέον υπέστησαν τις ανατροπές του 1992, απλώς επιβεβαιώνουν το ποιοι στο όνομα της συνεχούς μετάθεσης του προβλήματος θα κληθούν να πληρώσουν κάποια στιγμή τον λογαριασμό.

Οι λύσεις δεν είναι εύκολες. Αναγκαστικά, θα πρέπει να συνυπολογίσουν όλη την μεταβατική διαδρομή και τις προσδοκίες των διαδοχικών γενεών εργαζομένων – συνταξιούχων, σήμερα και στο  μέλλον, και  να διαμορφώσουν συνθήκες ομαλής μετάβασης και έγκαιρης προετοιμασίας – ατομικής και συλλογικής, οικοδομώντας νέους θεσμούς με βάση τους οποίους θα λειτουργήσει το όποιο νέο σύστημα.

Η κοινωνία μας οφείλει να επιλέξει :

  • Αν θα οικοδομήσει όρους εμπιστοσύνης και σιγουριάς για θεμελιακά ζητήματα,
  • Ή αν θα οδηγηθεί στην ανασφάλεια και τον ατομικισμό.

Αν δηλ. θα αφήσει κάποιες γενεές να δουν να φεύγει το χαλί κάτω από τα πόδια τους ή αν κατανοώντας το τι διακυβεύεται, θα προχωρήσει σε επιλογές που θα δίνουν προοπτικές.

Το 2001 ο Γιαννίτσης, Υπουργός τότε εργασίας παρουσίασε ένα σύνολο προτάσεων για την αντιμετώπιση του ασφαλιστικού, που θεώρησε ότι θα έδιναν μια απάντηση στο πρόβλημα, σε όρους κοινωνικής δικαιοσύνης, αποτελεσματικότητας του ασφαλιστικού συστήματος, αναπτυξιακής δυναμικής και ανθρώπινης προσέγγισης.

Δυστυχώς όμως εκείνες οι προτάσεις απεσύρθηκαν, μπροστά στις έντονες αντιδράσεις εσωτερικές και εξωτερικές που εκδηλώθηκαν τότε. Στην πραγματικότητα όμως κανένα πρόβλημα δεν μένει άλυτο. Αν δεν λυθεί από το πολιτικό σύστημα και τις ενδιαφερόμενες πολιτικές δυνάμεις, το λύνει με σκληρό τρόπο η ίδια η πραγματικότητα. Μόνο που τέτοιες λύσεις είναι πολύ πιο επώδυνες για όσους τις υποστούν.

Πίσω από το ασφαλιστικό υπάρχει μια ισχυρή ιδεολογική και οικονομική σύγκρουση που εκφράζεται με διαφορετικές επιλογές συστημάτων και κοινωνικών ισορροπιών.

Το ασφαλιστικό ακριβώς επειδή είναι εξαιρετικά ευαίσθητο κοινωνικό και ταυτόχρονα εξαιρετικά πολύπλοκο τεχνικό πρόβλημα, ευνοεί την ρητορεία, τις εύκολες εντυπώσεις και τον αποπροσανατολισμό. Αποτελεί ένα εύκολο πεδίο καπηλείας της κοινωνικής ευαισθησίας και μιας δήθεν αριστερής πλειοδοσίας, που για λόγους προσωπικής προβολής της, με πλήρη άγνοια του προβλήματος και στο όνομα της άρνησης οποιασδήποτε μεταρρύθμισης, δημιουργεί τους όρους μιας πολλαπλά επώδυνης κοινωνικής πραγματικότητας για μεγάλη μερίδα ασφαλισμένων στο όχι και τόσο απώτερο μέλλον.

Σήμερα η πρόταση εκείνη του Γιαννίτση του 2001 δεν έχει καμιά εφαρμογή γιατί εκείνος ο εξορθολογισμός του συστήματος, το συμμάζεμα και η τροποποίηση κάποιων αδικαιολογήτων ρυθμίσεων, δεν αποτελούν εφικτή επιλογή.

Δημοσιεύτηκε στον τοπικό τύπο 2010

 

ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ   -   ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ