ΑΡΘΡΑ

Ο Γρηγόρης Σολωμός ασχολήθηκε με τα πεδία της ιατρικής, της φυσικής, της ιστορίας, της φιλοσοφίας, της πολιτικής, της υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης, ευρισκόμενος σε διαρκή πνευματική κίνηση για την αναζήτηση της δημιουργικής γνώσης, της επιστημονικής τεκμηρίωσης και της παραγωγικής σύνθεσης.

Published: May 28 Posted Under: Ασφαλιστικό

Πως φθάσαμε στην κρίση της κοινωνικής ασφάλισης

Κατ’ αρχήν, πρέπει να σας δηλώσω ότι είμαι ένας από τους λίγους σ’ αυτόν τον τόπο που περίμεναν αυτή την κρίση.

Μία επί μέρους παράμετρος της κρίσης αυτής είναι και το ασφαλιστικό το οποίο σήμερα μας απασχολεί και που είναι το παλιότερο από τα άλυτα ζητήματα που κάθε γενιά αφήνει στις αποσκευές της για την επόμενη.

Και πρώτα πρώτα τι είναι η Κοινωνική ασφάλιση.

Πρόκειται για ένα μηχανισμό παρέμβασης, που αποβλέπει στην αντιμετώπιση των κοινωνικών κινδύνων με βασική του αρχή την κοινωνική αλληλεγγύη.

Πρόκειται δηλαδή για θεσμό γνήσια λαϊκό με βαθειά ηθική, κοινωνική και ανθρωπιστική διάσταση και περιεχόμενο και που στοχεύει στην απελευθέρωση του ανθρώπου από την αγωνία για την τύχη του μπροστά στο φάσμα των γηρατειών, του ατυχήματος, της αναπηρίας, της αρρώστιας, του θανάτου, της ανεργίας και άλλων κινδύνων, που βρίσκονται κάτω από την προστατευτική ομπρέλα του κοινωνικοασφαλιστικού μας συστήματος.

Η κοινωνική αυτή προστασία πρέπει να είναι :

  • Καθολική
  • Να υπακούει σε ενιαίους κανόνες, και
  • Να διέπεται από αρχές δικαιοσύνης και φιλαλληλίας.

Και συνιστά :

  • Μία σημαντική κοινωνική προσπάθεια, ανακούφισης των εργαζομένων, των απομάχων της δουλειάς και των ανέργων.
  • Ένα μηχανισμό που εξασφαλίζει την υγεία στον λαό και την απαραίτητη εργατική ικανότητα στην αναπτυξιακή μας πορεία, και
  • Ένα σημαντικό πολιτικό παράγοντα που δημιουργεί αίσθημα ασφαλείας για την περίπτωση της ένδειας ή άλλου κινδύνου και διασφαλίζει την αναγκαία κοινωνική ειρήνη, χωρίς την παρέμβαση καταπιεστικών μηχανισμών. Για να πάρει την σημερινή της μορφή η Κοινωνική ασφάλιση διέγραψε μια μεγάλη και δύσκολη πορεία.
    Και σαν κοινωνικός θεσμός όχι μόνο επηρεάστηκε σημαντικά από τις μεγάλες κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις, όπως είναι η βιομηχανική επανάσταση και η ανάπτυξη του εργατικού κινήματος, αλλά ταυτόχρονα συνετέλεσε σε πολιτικές ανακατατάξεις και διαμόρφωσε κοινωνικοοικονομικές δομές και συστήματα.

Από τον θεσμό του Ιατρικού που εξαφανίστηκε στην ελληνική αρχαιότητα και που διατηρήθηκε αρκετούς αιώνες, συναντάμε ψήγματα κοινωνικής αλληλεγγύης στις «συντεχνίες» του μεσαίωνα και τις «Ενώσεις για αμοιβαία βοήθεια» του 16ου και 17ου αιώνα για να καταλήξουμε στα «αλληλοβοηθητικά» ταμεία του 18ου αιώνα, τα οποία και αποτελούν τους πυρήνες του σημερινού ασφαλιστικού συστήματος.

Σημαντικοί σταθμοί στην εξέλιξη του θεσμού της Κοινωνικής ασφάλισης θεωρούνται :  

  • Η μεταρρύθμιση του Bismark στην Γερμανία το 1883,
  • Το Social security act του Roosevelt στις ΗΠΑ το 1937.
  • Και η περίφημη αναφορά του Beveridg, για πλήρη απασχόληση σε μια κοινωνία ελευθερίας, το 1942.
    Έτσι διαμορφώθηκε η σύγχρονη αντίληψη για την κοινωνική ασφάλιση διαποτισμένη από τις ιδέες του J. Keynes, οι οποίες και κυριαρχούν στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, με την αυξανόμενη κρατική παρέμβαση στην οικονομία.
    Η αναγκαιότητα της παρέμβασης αυτής υπαγορεύθηκε από λόγους οικονομικούς και πολιτικούς.
  • Υπέρβαση της κρίσης που άφησε ο μεγάλος πόλεμος,  
  • Οικονομική ανάκαμψη, και
  • Αναπαραγωγή κεφαλαίου.

Βασική επιδίωξη της νέας πολιτικής ήταν η ενίσχυση της συνολικής ζήτησης, που επιτεύχθηκε με την εξασφάλιση ενός ικανοποιητικού εισοδήματος σε όλο τον πληθυσμό, την ενεργοποίηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και κατά συνέπεια την διασφάλιση υψηλού επιπέδου απασχόλησης, που και τα τρία αυτά στοιχεία σημαίνουν ανάπτυξη.

Με την έννοια αυτή η κρατική παρέμβαση στην οικονομία προκάλεσε ευρύ μετασχηματισμό του Κράτους και του οικονομικού συστήματος :

  • Κατάργησε ουσιαστικά την ελεύθερη αγορά εργασίας.
  • Εξασφάλισε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.
  • Δημιούργησε συνθήκες πλήρους απασχόλησης.
  • Και θεμελίωσε διαδικασίες ταχείας συσσώρευσης του κεφαλαίου, με την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης.

Για την διασφάλιση μάλιστα της δυνατότητας ικανοποιητικής κατανάλωσης απ’ όλες τις κοινωνικές ομάδες, ακόμη και από εκείνες, που δεν είχαν την ευκαιρία πραγματοποίησης ενός ελάχιστου εισοδήματος (υπερήλικες, άνεργοι, ασθενείς κ.λπ.) καθιερώθηκε η σύγχρονη έννοια της κοινωνικής ασφάλειας και επιδιώχθηκε μέσα από μια αναδιανομή των εισοδημάτων, η απελευθέρωση και η κοινωνικοποίηση των κινδύνων και των αναγκών σε μια κοινωνία ατομικής ιδιοκτησίας των αγαθών.

Έτσι δημιουργήθηκε το «Κράτος-Πρόνοια» που εξασφάλισε μεταπολεμικά και για αρκετές δεκαετίες μια κοινωνική συναίνεση και «ευταξία» και περιορίσθηκε το χάσμα των κοινωνικών τάξεων με την εφαρμογή προγραμμάτων κοινωνικών παροχών, που χρηματοδοτούσε το πλεόνασμα της βιομηχανικής ανάπτυξης.

Η έκταση και το είδος της κοινωνικής αυτών παροχών ποικίλλει από χώρα σε χώρα (και από ταμείο σε ταμείο για την Ελλάδα) και περιλαμβάνει :

  • Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
  • Νοσοκομειακή περίθαλψη.
  • Την φροντίδα για πρόληψη της αρρώστιας.
  • Επιδόματα ασθενείας, τοκετού, ανεργίας, πολυτέκνων αδυνάτων κοινωνικά και οικονομικά ομάδων και προβληματικών ατόμων.
  • Παροχή στέγης και σύνταξης (γήρατος, αναπηρίας και θανάτου).  
  • Αποζημιώσεις από θεομηνίες και οικονομικές ενισχύσεις απόρων οικογενειών και δεινοπαθούντων παραγωγών κ.λπ.

Η δε εξέλιξη της κοινωνικής ασφάλισης υπήρξε διαφορετική σε κάθε κράτος. Σε μερικά η καθολική και ενιαία ασφάλιση έδωσε την δυνατότητα ανάπτυξης ενός συστήματος δίκαιου, αποτελεσματικού και κοινωνικά ελεγχόμενου.

Σε άλλες όμως χώρες – όπως η Ελλάδα – παρά την σοβαρή βελτίωση των παροχών, ο κλαδικός και αποσπασματικός χαρακτήρας της κοινωνικής ασφάλισης άφησε σημαντικά περιθώρια για ανάπτυξη ανισοτήτων, δημιουργία διακρίσεων καταστρατήγηση αρχών και κανόνων και σπάταλης διαχείρισης.

Αλλά η εποχή της μεταπολεμικής αυτής αισιοδοξίας έληξε με την χρηματοδοτική οικονομική κρίση που εκδηλώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 70. Και στα χρόνια που επακολούθησαν η κοινωνική ασφάλιση στάθηκε ανήμπορη να ικανοποιήσει την διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση κοινωνικών φροντίδων, οι οποίες απαιτούσαν κάθε χρόνο και περισσότερες δαπάνες για την παροχή τους.

Από την μια μεριά δηλαδή το κόστος ανέβαινε (επέκταση ασφαλιστικής κάλυψης κάθετα και οριζόντια, τεχνολογική εξέλιξη, απαίτηση για καλύτερες και περισσότερες παροχές, αύξηση του προσδοκίμου επιβίωσης, ωρίμανση ασφαλιστικών ταμείων και επιδείνωση της σχέσης εργαζομένων προς συνταξιούχους, πληθωρισμός και μείωση της αγοραστικής αξίας του εισοδήματος εργαζομένων και συνταξιούχων, που είχε σαν αποτέλεσμα την επιβάρυνση των υπηρεσιών υγείας με φροντίδες που μέχρι τότε ικανοποιούσε ο ιδιωτικός τομέας) και από την άλλη οι πόροι λιγόστευαν (μείωση του ρυθμού αύξησης του Α.Ε.Π., συρρίκνωση ορισμένων επαγγελμάτων, μείωση της κατανάλωσης και κατά συνέπεια του διαθεσίμου πλεονάσματος), με αποτέλεσμα ανισότητες, ανεργία, φτώχεια και γενικότερα κρίση.

Η κρίση δε αυτή δημιούργησε μια ενδιαφέρουσα προβληματική, σχετικά με την αναδιοργάνωση και τον εκσυγχρονισμό της κοινωνικής ασφάλισης και την αναζήτηση νέων τρόπων χρηματοδότησης του συστήματος, αλλά και ορθολογικότερης κατανομής των παροχών κοινωνικής προστασίας.

Συγχρόνως όμως έδωσε την ευκαιρία στο κεφάλαιο και την νέα φιλελεύθερη αντίληψη, να αμφισβητήσουν την αναγκαιότητα αλλά και την χρησιμότητα της υποχρεωτικής καθολικής ασφάλισης και να βάλουν στο στόχαστρό τους το κράτος πρόνοιας.

Στην χώρα μας η εξέλιξη της κοινωνικής ασφάλισης επηρεάστηκε όχι μόνο από τους κοινούς για όλες τις βιομηχανικές χώρες λόγους, που προανέφερα, αλλά και από τα κοινωνικά ρεύματα και τις πολιτικές εξελίξεις, που σημάδεψαν την νεώτερη ιστορία μας καθώς και από την επί δεκαετίες ολόκληρες διακυβέρνηση της χώρας από πολιτικές δυνάμεις, των οποίων η ιδεολογία ήταν ξένη με την φιλοσοφία των κοινωνικών παροχών.

Οι πολύχρονοι αγώνες για την εθνική μας χειραφέτηση, η υστέρηση της βιομηχανικής μας ανάπτυξης, η επί δεκαετίες κηδεμόνευση του συνδικαλιστικού μας κινήματος και οι αδυναμίες συγκρότησης του Αστικού κράτους, είχαν ως αποτέλεσμα την αποσπασματική, ευκαιριακή και την χωρίς συνοχή και κρατικό προγραμματισμό ανάπτυξη της κοινωνικής ασφάλισης στον τόπο μας.   

Έτσι φθάσαμε σ’ ένα ετερόκλητο σύνολο 327 φορέων κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, ασθένειας, πρόνοιας και διαφόρων άλλων υπηρεσιών κοινωνικών παροχών, το οποίο αντανακλά την δύναμη της πρόσβασης ή της πίεσης που μπορούσε να ασκήσει η κάθε επαγγελματική ομάδα στα εκάστοτε κέντρα αποφάσεων και εκφράζει τις ανισότητες, τις διακρίσεις και τα προνόμια μπροστά στην αρρώστια, τα γηρατειά, την ανεργία, την φτώχεια, την αναπηρία και τον θάνατο.

Έτσι, την εικόνα που παρουσίαζε το κοινωνικοασφαλιστικό μας σύστημα στις αρχές της δεκαετίας του 80 την συνθέτανε οι παρακάτω στρεβλώσεις :

  1. Η ασφάλιση του πληθυσμού δεν ήταν καθολική. Άνεργοι και απασχολούμενοι στην μαύρη εργασία παρέμεναν ακάλυπτοι και ολόκληρες περιοχές της χώρας κύρια αγροτικές, δεν είχαν την δυνατότητα ασφαλιστικής κάλυψης. Ποσοστό ανασφαλίστων το 1981 20%.     
  2. Η προστασία για την ανεργία, τα οικογενειακά επιδόματα ασθενείας και τα εφ’  άπαξ αφορούσαν τους μισθωτούς, με αποτέλεσμα να βρίσκονται εκτός ασφαλιστικής κάλυψης ολόκληρης κοινωνικής ομάδας.
  3. Έλλειψη κάθε κοινωνικής πολιτικής στη διαχείριση της ανεργίας. Η διάρκεια και το ύψος του επιδόματος και οι δυνατότητες επανεξέτασης στην παραγωγή δεν εξασφαλίζεται βάσει των διεθνών κανόνων αυτού του κινδύνου.
  4. Απουσία κάθε προσπάθειας καταπολέμησης της φτώχειας που δεν ήταν ούτε καν καταγεγραμμένη.
  5. Έντονες ανισότητες στον κλάδο συντάξεων, με προκλητές διαφορές στο ύψος αυτών και απαράδεκτες διακρίσεις των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης μεταξύ των ταμείων.
  6. Έντονη διαφοροποίηση της προστασίας συντάξεων αναπηρίας. Σημειώνω ότι δυσμενείς προϋποθέσεις κάλυψης της αναπηρίας σε νέους από αδυναμία θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος, και την πιστευτή προσφυγή στο θεσμό όλων σχεδόν των κοινωνικών ομάδων και ηλικιωμένων ατόμων που δεν μπόρεσαν να εξασφαλίζουν σύνταξη γήρατος.
  7. Αδυναμία άμεσης ασφαλιστικής κάλυψης της μη εργαζόμενης γυναίκας (σημαίνουν την υπερπροστασία του συστήματος στις συζύγους και θυγατέρες και το ασφαλιστικό κενό για την περίπτωση διαζυγίου ή απασχόλησης στην επιχείρηση του συζύγου).
  8. Ανεπάρκεια στην προστασία μητρότητας με ιδιαίτερη έμφαση στην έλλειψη επιδομάτων λοχείας και τοκετού και τον μικρό χρόνο απουσίας από την δουλειά.
  9. Έντονη διαφοροποίηση τόσο εισφορών όσο και παροχών. Άλλοι πληρώνουν πολλά και παίρνουν λίγα, άλλοι πληρώνουν λιγότερα και απολαμβάνουν περισσότερα κι άλλοι δεν πληρώνουν σχεδόν τίποτα γιατί τους τα πληρώνουν άλλοι με παχυλούς μισθούς και ηγεμονικές συντάξεις, και
  10. Δυσλειτουργία, αναποτελεσματικότητα και αδυναμία χάραξης ορθολογικής πολιτικής εξ αιτίας :
  • Της διάσπασης του συστήματος σε πολλά ταμεία.      
  • Της πολυνομίας που το διέπει.
  • Της γραφειοκρατίας και του διοικητικού συγκεντρωτισμού του κάθε φορέα.
  • Της παντελούς απουσίας διοικητικού μηχανισμού.
  • Της σπάταλης διαχείρισης.
  • Της έλλειψης διαχείρισης.
  • Της έλλειψης μηχανοργάνωσης.
  • Της ανεπαρκούς τεκμηρίωσης και μελέτης των προβλημάτων.
  • Της αδυναμίας σύλληψης της ασφαλιστέας απασχόλησης.
  • Της ανεξέλεγκτης λειτουργίας των ασφαλιστικών ταμείων, και
  • Της ανικανότητας του συστήματος για πατάξεις της εισφοροδιαφυγής και της αχαλίνωτης δαπάνης στην υγείας.

Συνέπεια της κατάστασης που περιέγραψα υπήρξαν τα ελλείμματα και διάχυτη στις λαϊκές μάζες αμφισβήτησης της χρησιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος που συνιστά πιο βαθειά κρίση από εκείνη των ελλειμμάτων.

Μετά τον μεγάλο πόλεμο, οι κοινωνικές δαπάνες στις χώρες του ΟΟΣΑ αυξήθηκαν, όπως προείπα, με ρυθμούς 6% κάθε χρόνο σε πραγματικές τιμές. Η κρίση όμως του 73 μείωσε τις εν λόγω δαπάνες στο 4,2% για το διάστημα 1975-80 και ακόμη χαμηλότερα στο 2,6% στην επόμενη πενταετία.

Αντίθετα, η εξέλιξη της κοινωνικής προστασίας στην χώρα μας κινήθηκε αντίστροφα. Στις δεκαετίες της ανάπτυξης 1950-70, που οι άλλες χώρες δαπανούσαν το 23,3% του ΑΕΠ για κοινωνική προστασία, εμείς περιοριζόμαστε στο 13,1%. Και όταν εκείνες μείωναν δραματικά την ετήσια αύξηση των κοινωνικών δαπανών από το 6% στο 2,6%, μετά το 1980, εμείς ανεβήκαμε στο 8,2% του ΑΕΠ σε πραγματικές τιμές.

Από τα στοιχεία αυτά αποδεικνύεται ότι οι πολιτικές εξελίξεις που σημειώθηκαν στην πατρίδα μας το 1981 έδωσαν άμεση προτεραιότητα στον τομέα της κοινωνικής προστασίας και οι κοινωνικές δαπάνες αυξήθηκαν από το 15,6% του ΑΕΠ (1980) στο 25,6% το 1989. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην αναπροσαρμογή των συντάξεων και την διαχείριση της ανεργίας και συντελέστηκε αξιόλογο έργο στην επίλυση των οξυμένων προβλημάτων πολλών κοινωνικών ομάδων, με την βελτίωση των κοινωνικών παροχών, την προοδευτική μείωση των ανισοτήτων σ’ όλα τα επίπεδα προστασίας και την ενίσχυση των χαμηλών εισοδημάτων.

Απ’ όλα τα μέτρα κοινωνικής προστασίας που πάρθηκαν μετά το 1982 θεωρώ σημαντικότερα :

  1. Την ουσιαστική αύξηση των κατωτάτων ορίων των συντάξεων στα επίπεδα των 20 ημερομισθίων του ανειδίκευτου εργάτη στις συντάξεις όλων των φορέων ασφάλισης μισθωτών και όλων των κοινωνικών ομάδων.       
  2. Την αυτοτελή σύνταξη στην αγρότισσα, ίση με εκείνη του αγρότη.
  3. Την ασφαλιστική κάλυψη όλων των περιοχών της χώρας και όλων των ανασφαλίστων κοινωνικών ομάδων.
  4. Την επέκταση της επικουρικής ασφάλισης.
  5. Την δημιουργία αυτοτελούς κλάδου πρόσθετης ασφάλισης των αγροτών.
  6. Την καταπολέμηση της ανεργίας, με χορήγηση επιδομάτων κ.λ.π.
  7. Την βελτίωση του κλάδου ασθενείας.
  8. Την προστασία της μητρότητας.
  9. Την ενίσχυση απόρων και χαμηλοεισοδηματικών οικογενειών.
  10. Κοινωνικός έλεγχος στις Διοικήσεις των ταμείων.

Όμως παρά τον έντονο δυναμισμό που δείχνει η εξέλιξη της κοινωνικής προστασίας μετά το 81, το σύστημα παρουσιάζει αδυναμίες :

Η πολυδιάσπασή του, η πολύπλοκη και κάποτε αντιφατική νομοθεσία του, η στρεβλή κατανομή των χρηματοδοτικών πόρων και η ανισότητα των παροχών, η ανεπαρκής οικονομική στήριξη των παρεχομένων φροντίδων ανταποδοτικού χαρακτήρα και κοινωνικής αλληλεγγύης και η ανυπαρξία υγιών ασφαλιστικών αρχών, σε συνδυασμό με τα σοβαρά οργανωτικά και λειτουργικά προβλήματα, που ποτέ δεν έπαψαν να ταλανίζουν τους δικαιούχους, καθιστούν το σύστημα οικονομικά προβληματικό και κοινωνικά μη αποδεκτό.

Κι αυτό γιατί οι αναμφισβήτητες και έντονες κοινωνικές ευαισθησίες των Κυβερνήσεων της περιόδου 82-89 δεν συνοδεύτηκαν με την απαραίτητη για ριζικές διαρθρωτικές αλλαγές θαρραλέα πολιτική βούληση, ούτε από ικανοποιητική διοικητική και διαχειριστική επάρκεια με αποτέλεσμα στο τέλος της δεκαετίας του 80 να βρισκόμαστε μπροστά σε μια κρίση οικονομική και κοινωνική του ασφαλιστικού μας συστήματος.

Δυστυχώς την κρίσιμη εκείνη ώρα δεν ακούστηκαν οι προειδοποιήσεις κάποιων που διαχειρίζονται το πρόβλημα και  μέσα στο φορτισμένο κλίμα των επικείμενων τότε εκλογών του 89 ένας ασυγκράτητος λαϊκισμός από κάθε πλευρά φορέων, συνδικάτων, κομματικών μας στελεχών που με τις άναρθρες κραυγές των και το σύνθημα «Τσοβόλα δώστα όλα», σπρώξανε την οικονομία μας σε πιο βαθειά νερά.

Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι την κατάρρευση του ασφαλιστικού μας συστήματος τότε (αρχές 10ετίας του 90) απεσόβησαν ή μάλλον ανέβαλαν, αφ’ ενός η εισβολή στην χώρα μας εκατοντάδων χιλιάδων οικονομικών μεταναστών, ιδιαίτερα από την Αλβανία και άλλες όμορες και της ανατολικής Ευρώπης χώρες, που από την αρχή έδειξαν διάθεση ενσωμάτωσης στην κοινωνία υποδοχής και αφ’ ετέρου το άτολμο διαρθρωτικά αλλά εισπρακτικού χαρακτήρα ασφαλιστικό νομοθετικό πλαίσιο της περιόδου 89-93.

Στην δεκαετία που ακολούθησε, της πολιτικής μεταβολής του 1993, έγινε προσπάθεια βελτίωσης της λειτουργίας των υπηρεσιών του ιδρύματος του ΙΚΑ και επιβεβαίωσης του σεβασμού στις αρχές της ισότητας και του δημόσιου χαρακτήρα της κοινωνικής ασφάλισης, ενώ παράλληλα ετέθησαν οι βάσεις για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό του μεγάλου μας ασφαλιστικού φορέα. όπως δρομολόγηση της μηχανοργάνωσης, βελτίωση των σχέσεων με τον πολίτη, μέτρα για την οικονομική εξισορρόπηση του ιδρύματος και σοβαρό νομοθετικό πλαίσιο θωράκισής του από την εισφοροδιαφυγή και εισφοροαποφυγή με παράλληλη προσπάθεια επιμόρφωσης των υπαλλήλων και εξορθολογισμό της διαδικασίας απονομής συντάξεων αναπηρίας.

Πέρα όμως από τα προαναφερθένατα μέτρα στήριξης του ασφαλιστικού μας φορέα και παρά την υποβόσκουσα απειλή της οικονομικής ανεπάρκειας, προχωρήσαμε στην ικανοποίηση χρονίων αιτημάτων των εργαζομένων και ώριμων προσδοκιών κοινωνικών ομάδων που υφίσταντο τις συνέπειες της συγκυρίας.
Συγκεκριμένα :

  • Εντάχθηκαν στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΤΕΑΜ πλέον των δέκα επικουρικών ταμείων που ουσιαστικά είχαν χρεοκοπήσει.
  • Ασφαλίσθηκαν στον κλάδο ασθενείας μακροχρόνια άνεργοι, απολυμένοι διαφόρων επιχειρήσεων, άνεργοι νέοι μέχρι 29 ετών, αποκλειστικές νοσοκόμες και τεχνικοί τύπου Θεσσαλονίκης.
  • Ανεστάλη η καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών πληγέντων από πλημμύρες και σεισμούς.
  • Συνέχιση της ασφάλισης απολυμένων με προγράμματα ΟΑΕΔ.
  • Μειώθηκαν οι εισφορές οικοδομικών έργων ποντιακής καταγωγής – αγροτικών κατασκευών και των πρόσθετων τελών.
  • Αναλήφθηκαν από το Δημόσιο οφειλές προς το ΙΚΑ προβληματικών επιχειρήσεων.
  • Χορηγήθηκε το ΕΚΑΣ (κόστος 52 δις δρχ. για το 1999).
  • Μείωση της συμμετοχής στα φάρμακα συνταξιούχων.
  • Χορηγήθηκε σύνταξη και στο χήρο σύζυγο.
  • Επιλύθηκαν ασφαλιστικά προβλήματα Αποδήμου Ελληνισμού, με διμερείς συμβάσεις.
  • Έγιναν χαριστικές υπέρ των αθλητικών σωματίων Δήμων και Κοινοτήτων καθώς και συνεταιρισμών ρυθμίσεις οφειλών των.
  • Αναγνωρίσθηκε ως συντάξιμος ο χρόνος εκτόπισης ή φυλάκισης με το καθεστώς των βαρέων και ανθυγιεινών.
  • Αναγνωρίσθηκε η ασφάλιση αλλοδαπών και χορηγήθηκαν επιδόματα, συντάξεις και ρυθμίστηκαν συνταξιοδοτικές εκκρεμότητες στην Ολυμπιακή, Σκαραμαγκά και Μάντισον.

Αντίστοιχες παροχές έγιναν και στον Τομέα Υγείας με σημαντικότερη τον καθολικό εμβολιασμό παιδιών 2 μηνών μέχρι 18 ετών για την προφύλαξη από την ηπατίτιδα Β, κόστους αρκετών δις δρχ., ανάπτυξη διασυνοριακών προγραμμάτων Intereg Ι και ΙΙ για την προστασία μειονοτήτων και χορήγηση ειδικότητας ορθοδοντικής σε οδοντιάτρους.

Τέλος, αναφέρω την ολοκλήρωση του διαγωνισμού για το ΟΠΣ-ΙΚΑ και την κατακύρωσή του στην Intrasoft με υποχρέωση του αναδόχου να παραδώσει το πιλοτικό μέχρι τον Δεκέμβρη του 2000 και πλήρους συστήματος σ’ ολόκληρη την χώρα μέχρι τον Οκτώβρη 2002.

Βέβαια τα τελευταία χρόνια της 10ετίας (του 90) με μείωση των δαπανών περίθαλψης και αύξηση των εσόδων με συνεχείς και επιτόπιες παρεμβάσεις για είσπραξη των βεβαιωθεισών οφειλών και πάνω απ’ όλα περιστολή της εισφοροδιαφυγής καταφέραμε να προσφύγουμε σε δανεισμό.

Παρ’ όλα αυτά η μελέτη του ισολογισμού και της αναλογιστικής μελέτης του ΙΚΑ-ΤΕΑΜ κατέδειξαν το πρόβλημα υφίσταται, με τάσεις να καταστεί ανεξέλεγκτο την επόμενη δεκαετία, αν δεν ληφθούν σοβαρά μέτρα και είναι πλέον ή βέβαιον ότι το μέλλον του μεγάλου μας ασφαλιστικού φορέα δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας.

Οι λόγοι που προκαλούσαν τότε ανησυχίες ήσαν :

  1. Το διαρκώς μειούμενο πλεόνασμα του επικουρικού μας ταμείου.
    Χορήγηση συντάξεων πάνω από 50% της κύριας, αύξηση επικουρικών σύμφωνα με το ΗΑΕ ενώ της κύριας σύμφωνα με την εισοδηματική πολιτική, χορήγηση επικουρικής με 1.000 απασχόληση, η «κλοπή» των πλεονασμάτων του επικουρικού από την κύρια. Η ένταξη ελλειμματικών ταμείων με όρους του ενταχθέντος ταμείου και όχι του ΙΚΑ.
  2. Η συνεχιζόμενη επέκταση των κοινωνικών παροχών, χωρίς την αντίστοιχη κάλυψη από τον κρατικού προϋπολογισμό (Ζημιά της τελευταίας 5ετίας 223,33 δις δρχ. χωρίς να υπολογίζουμε εκείνη της ένταξης του ΕΤΕΜ).
  3. Η επιδείνωση της σχέσης ασφαλισμένων προς συνταξιούχους συνιστά την πλέον σοβαρή απειλή του κοινωνικοασφαλιστικού μας συστήματος.
  4. Η διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση Ιατρικών υπηρεσιών σύγχρονης τεχνολογίας. Αύξηση σε 4 χρόνια 58,3%.
  5. Η διαρκώς αυξανόμενη εισφοροδιαφυγή, άνω των 400 δις το 1999.
    Αδυναμία έγκαιρης διεξαγωγής ελέγχου λόγω έλλειψης προσωπικού. Αύξηση ύψους εισφορών και λόγω συνείσπραξης. Υψηλό ποσοστό ασφαλίστρων, νέες μορφές απασχόλησης, παράνομη απασχόληση συνταξιούχων, αλλοδαπών κ.λπ., η οικονομική συγκυρία, η ανεργία, η μετανάστευση, η παραιοικονομία, η αυθαίρετη δόμηση και μη νομοθετική πρόβλεψη επιβολής προστίμου σε περίπτωση εντοπισμού ανασφάλιστων.
    Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης από το 1997 πάρθηκαν ορισμένα νομοθετικά και διοικητικά μέτρα για τον περιορισμό της.
    Όπως :
    α) Σύσταση ΕΥΠΕΑ (ειδικής υπηρεσίας εντοπισμού ανασφαλίστων) 24ωρης λειτουργίας με δικαίωμα επιβολής προστίμου και καταλογισμού εισφορών.
    β) Υποχρεωτική τήρηση βιβλίου καταχώρησης νεοπροσλαμβανομένων σε κάθε επιχείρηση.
    γ) Άκυρος η απόλυση ανασφαλίστου εργαζομένου.
    δ) Συγκρότηση ειδικού συνεργείου ελέγχων για όλη την επικράτεια.
    ε) Συνεργασία διαφόρων φορέων και ανταλλαγή οικονομικών στοιχείων με δημόσιο.
  6. Απώλεια εσόδων που δημιουργούν οι διατάξεις του Ν. 2639/98 για νέες μορφές απασχόλησης.
  7. Η επιβάρυνση των δαπανών περίθαλψης.
  8. Η ανοδική πορεία που εμφανίζει το καθυστέρημα.
    Οι μη εισπραχθείσες βεβαιωμένες οφειλές : 1993 = 221 δις, 1998 : 473,3 δις και μαζί με τα πρόσθετα τέλη έφθαναν τα 757,3 δις.
  9. Η μειούμενη χρόνο με τον χρόνο κρατική επιχορήγηση.
    Σχέση κρατικής επιχορήγησης- εισφορών 38% το 1990 και 23,4% το 1998.
  10. Η μη σωστή εφαρμογή της τριμερούς χρηματοδότησης από την πλευρά του κράτους.
    Η ζημιά του ΙΚΑ μέχρι το 1998 ανήλθε στα 161,8 δις.
  11. Η επιβάρυνση του ΙΚΑ από περίθαλψη συνταξιούχων ΤΕΒΕ, ΤΑΕ, ΤΣΑ.
    Οι μέχρι 1998 οφειλές του εν λόγω ταμείου ήσαν 105,8 δις χωρίς πρόσθετα τέλη.
    Η αλγεβρική έκφραση της κοινωνικής ασφάλισης είναι :
    Όπου:
    Ε = εισφορές για συνταξιοδότηση
    α = ασφαλισμένοι
    ε = εργοδότες
    Α = αποδοχές (μέση τιμή) εργαζομένων
    Τρ. = Τριμερής χρηματοδότηση
    Κπ = Κοινωνικός πόρος ανά σφαλισμένο
    Λ = Λόγος (πηλίκο)
    Σ = Σύνταξη

    Ε = 20% Χ 920 = 184
    Τρ. (Κρ.Επ.) = 92
    Κπ = 0,13 (ΙΚΑ)
    Λ = 2,11 (ΙΚΑ)
    Α = 920
    (184 + 92 = 276) Χ 2,11 = 582,36  

  12. Η παραγραφή 10-12 δις κάθε χρόνο λόγω παρέλευσης δεκαετίας.
    Αυτό οφείλεται στην έλλειψη προσωπικού και στην μειωμένη απόδοση των υπαρχόντων. Οι Διευθυντές επίσης ευθύνονται γιατί κρατούν τους εσοδίτες στον γκισέ για εξυπηρέτηση του πολίτη και ενδιαφέρονται δευτερευόντως για τα έσοδα.
  13. Η αυθαίρετη δόμηση. Υπολογίζεται η διαφυγή σε 40 δις.

Για όλους τους παραπάνω λόγους η βιωσιμότητα του ΙΚΑ κατέστη προβληματική και το μέλλον προδιαγράφετο σκοτεινό και αβέβαιο. Ιδιαίτερα μετά το σκάνδαλο της μηχανοργάνωσης του ΟΠΣ-ΙΚΑ, που είχε σαν αποτέλεσμα την αναβολή της ολοκλήρωσής του κατά 10 χρόνιο και με συνακόλουθο 4πλασιασμό του κόστους. Παράλληλα άρχισαν να επιδεινώνονται όλοι οι δείκτες.

Εκείνη την δύσκολη ώρα εμφανίσθηκε σαν από μηχανής Θεός ο Υπουργός Εργασίας Τάσος Γιαννίτσης που χτύπησε καμπανάκι και που επρότεινε την άμεση έναρξη διαλόγου με τους κοινωνικούς εταίρους για τον εξορθολογισμό του συστήματος. Δυστυχώς για άλλη μια φορά χάθηκε η πλέον σημαντική ευκαιρία που μας δόθηκε να εξυγιάνουμε το ΙΚΑ και να διασφαλίσουμε την επιβίωση της κοινωνικής ασφάλισης.

Συνδικάτα, σύλλογοι, κόμματα, κοινωνικοί φορείς, ΜΜΕ, φοιτητές και Κυβέρνηση ξεσηκώθηκαν εναντίον του Υπουργού και με τεράστιες διαδηλώσεις έκαναν ό,τι μπορούσαν να χαθεί εκείνη η θεόσταλτη ευκαιρία.

Στην συνέχεια για να καθησυχάσουν οι οξυμένες αντιδράσεις της κοινωνίας επακολούθησαν από τις μετέπειτα κυβερνήσεις παροχές των οποίων το αποκορύφωμα ήταν ο Νόμος Ρέππα τον οποίο για κάποια χρόνια προβάλλαμε ως την επιδιωκόμενη λύση σωτηρίας του ασφαλιστικού συστήματος. Και ερωτώ : Μπορεί να αποτελεί λύση του ασφαλιστικού Νόμος που χειροκροτείται από τα συνδικάτα; 

Γρηγόρης Σολωμός - Ομιλία - Πάτρα, Ιανουάριος 2010

 

ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ   -   ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ