ΑΡΘΡΑ

Ο Γρηγόρης Σολωμός ασχολήθηκε με τα πεδία της ιατρικής, της φυσικής, της ιστορίας, της φιλοσοφίας, της πολιτικής, της υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης, ευρισκόμενος σε διαρκή πνευματική κίνηση για την αναζήτηση της δημιουργικής γνώσης, της επιστημονικής τεκμηρίωσης και της παραγωγικής σύνθεσης.

Published: May 13 Posted Under: Ασφαλιστικό

Βαρέα και Ανθυγιεινά

Στην Ελλάδα - και μόνο - όλοι σχεδόν οι εργαζόμενοι πιστεύουν ότι οι συνθήκες δουλειάς των είναι από απλά βλαπτικές μέχρι ιδιαίτερα επαχθείς για την υγεία των. Ακόμη και οι θυρωροί, κλητήρες, φύλακες και εισπράκτορες διαφόρων ταμείων επιδιώκουν την ένταξή των στο θεσμό των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων. Και γιατί όχι, όταν οι εκφωνητές της Κρατικής Ραδιοφωνίας μας απολαμβάνουν από 20ετίας την προνομιακή αυτή μεταχείριση, που εξασφαλίζει ο θεσμός;

Ήδη ο αριθμός των απασχολούμενων σε επαγγέλματα, που έχουν κριθεί «βαρέα και ανθυγιεινά» ξεπερνά τις 700 χιλιάδες απασχολούμενους στον ιδιωτικό τομέα και είναι βέβαιο ότι θα είχε καλύψει σύντομα όλους τους Έλληνες εργαζόμενους, αν ο αείμνηστος Γεννηματάς, απηυδισμένος και αηδιασμένος από την λειτουργία του ΣΚΒΑΕ (Συμβούλιο Κρίσεως Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων), δεν καταργούσε το όργανο το 1986. Για την ιστορία, δεν υπήρξε ούτε μία περίπτωση απορριπτικής απόφασης, στην τριετή λειτουργία του ανεκδιήγητου εκείνου Συμβουλίου.

Ο θεσμός των βαρέων και ανθυγιεινών, στην έκταση που εφαρμόστηκε στην πατρίδα μας αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία. Γιατί μόνο στο Βέλγιο, Γερμανία και Γαλλία και μόνο οι υπογείως απασχολούμενοι στα μεταλλωρυχεία και ανθρακωρυχεία εντάσσονται στον εν λόγω θεσμό και κανείς άλλος.

Βέβαια οι συνθήκες που επικρατούσαν στις πρώτες μετά τον μεγάλο πόλεμο δεκαετίες στους χώρους δουλειάς στην πατρίδα μας, τα κοινωνικά ρεύματα και οι πολιτικές εξελίξεις, που σημάδεψαν την νεώτερη ιστορία μας, υπαγόρευσαν μετά τις κοινωνικοπολιτικές αλλαγές που σημειώθηκαν το 81, μια κοινωνική πολιτική που ενείχε και το στοιχείο της πρόωρης συνταξιοδότησης.

Όμως η σημαντική βελτίωση των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης των Ελλήνων εργαζομένων από τη μια μεριά, που σημειώθηκε τις τελευταίες δεκαετίες και που εκφράζεται με την αλματώδη αύξηση του προσδοκίμου επιβίωσης και η δυσμενής εξέλιξη της σχέσης εργαζομένων / συνταξιούχων από την άλλη μεριά, που οδήγησε η χωρίς αναλογιστική τεκμηρίωση πολιτική της πρόωρης συνταξιοδότησης την δεκαετία του 80, επιβάλλουν την αναθεώρηση της πολιτικής μας σχετικά με κάθε θεσμό, που συμπιέζει προς τα κάτω τα όρια ηλικίας εξόδου από την εργασία. Ακόμη θα πρέπει κάθε παροχή, που δεν καλύπτει την επιβάρυνση που προκαλεί στην κοινωνική ασφάλιση, να αποτελέσει αντικείμενο διερεύνησης, προβληματισμού και εκλογίκευσης.

Με όσα καταθέτω θέλω να επισημάνω τις επιπτώσεις και τις αγκυλώσεις που προκάλεσε ο θεσμός των βαρέων και ανθυγιεινών στο σύστημα της κοινωνικής ασφάλισης και την σοβαρότητα που απαιτεί κάθε αίτημα επέκτασής του και σ’ άλλες κοινωνικές ομάδες ύστερα από 17 χρόνια ... ραστώνης του θεσμού. Ακόμη θέλω να υπενθυμίσω τα λάθη που έγιναν τότε για να μην επαναληφθούν σήμερα. Συγκεκριμένα :

1. Εντάχθηκαν στο καθεστώς των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων πλείστες όσες κατηγορίες εργαζομένων, πρώτον, χωρίς προηγούμενη αναλογιστική μελέτη που θα καθόριζε το αναγκαίο ασφάλιστρο ανάλογα με την ηλικία έναρξης και τον χρόνο ασφάλισης του καθένα, για την κάλυψη της προκαλούμενης επιβάρυνσης στον ασφαλιστικό φορέα. Το ποσοστό 3.6%, που εφαρμόσθηκε τότε αυθαίρετα και ενιαία για όλους, αφήνει μεγάλο άνοιγμα στο ΙΚΑ και πρέπει να προσαρμοσθεί στα αναγκαία επίπεδα. Δεύτερον χωρίς επιστημονική και επιδημιολογική έρευνα που θα προσδιόριζε την νοσηρότητα και την θνησιμότητα της κάθε κατηγορίας εργαζομένων από τις συγκεκριμένες νοσογόνες αιτίες, που έρχονται σε επαφή ή επικαλούνται.

2. Η ένταξη στο καθεστώς των βαρέων και ανθυγιεινών έγινε κατά κατηγορίες εργαζομένων και όχι κατά χώρο εργασίας, με αποτέλεσμα εργοδότες που πήραν μέτρα προστασίας της υγείας των εργαζομένων είχαν την ίδια μεταχείριση με εκείνους που δεν φρόντισαν για την εξυγίανση των χώρων δουλειάς.

3. Δεν λειτούργησε ο θεσμός αμφίδρομα, για τους εργοδότες που εκ των υστέρων φρόντισαν να προσαρμοσθούν στην νομοθεσία για την υγιεινή και την ασφάλεια των εργαζομένων. Παρά την βελτίωση των συνθηκών εργασίας και την διασφάλιση των απαραιτήτων συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων συνεχίζουν να επιβαρύνονται με το κόστος των βαρέων και ανθυγιεινών.

Οι δύο αυτοί παράγοντες που προανέφερα αποθάρρυναν κάθε προσπάθεια απάλειψης των ανθυγιεινών συνθηκών της εργασίας από την πλευρά της εργοδοσίας. Ακόμη έδρασαν ανασταλτικά σε κάθε σκέψη επέκτασης της επένδυσης, αφού το κόστος της παραγωγής παρέμενε υψηλό εξ αιτίας της επιβάρυνσης του θεσμού.

Με το ίδιο σκεπτικό θεωρούμε μονόπλευρα άδικο το νομοθετικό πλαίσιο (π.χ. άρθρο 16 του Ν. 2639/98), που υποχρεώνει τον εργοδότη να διασφαλίζει την υγιεινή και την ασφάλεια της εργασίας, χωρίς παράλληλη κατάργηση του καθεστώτος των βαρέων και ανθυγιεινών για τους εργαζόμενους στον συγκεκριμένο «κεκαθαρμαμένο» πλέον εργασιακό χώρο.

Έχουν δίκιο λοιπόν εκείνοι που ισχυρίζονται ότι κανένας άλλος θεσμός δεν ζημίωσε την υγεία των εργαζομένων όσο το καθεστώς των βαρέων και ανθυγιεινών.

4. Εντάχθηκαν στο θεσμό όλοι οι απασχολούμενοι στο ίδιο αντικείμενο (π.χ. χαρτί) χωρίς εξαίρεση εκείνων, που το περιβάλλον της εργασίας των δεν επιδρά βλαπτικά την υγεία των. Ενδεικτικά αναφέρω την ένταξη στα βαρέα και ανθυγιεινά όχι μόνο των χαρτεργατών και τυπογράφων, που είχαν σοβαρούς λόγους, αλλά και των υπαλλήλων του βιβλιοπωλείου και άλλων διοικητικών, οικονομικών και λοιπών υπηρεσιών που διακινούν το χαρτί. 

5. Εντάχθηκαν στο καθεστώς των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγέλματα που κρίθηκαν ως επικίνδυνα και όχι ανθυγιεινά. Λάθος! Γιατί υπάρχει διαφορά.

Η βλαπτική επίδραση του ελλοχεύοντος κινδύνου στα επικίνδυνα είναι οξεία, ισχυρή και στιγμιαία (γίνεται μια φορά) και προκαλεί αναπηρία ή θάνατο. Αντίθετα η βλαπτική επίδραση των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων είναι χρονία, ήπια, συνεχιζόμενη και δρα σωρευτικά στον εργαζόμενο.

Ακόμη είναι διαπιστωμένο ότι δεν υπάρχει απασχόληση ακίνδυνη και ασφαλής. Από τον γιατρό και την νοσηλεύτρια μέχρι τον αγρότη και τον εργάτη υπάρχουν κίνδυνοι που απειλούν είτε την αρτιμέλεια είτε την ζωή του. Γιαυτό και τα ανθυγιεινά διεκδικούν πρόωρη απομάκρυνση από την νοσογόνο απασχόληση (πρόωρη συνταξιοδότηση) τα δε επικίνδυνα, σύμφωνα με την ασφαλιστική και την διεθνή πρακτική, απαιτούν αναπλήρωση του απολεσθέντος εισοδήματος με πλήρη σύνταξη στην περίπτωση αναπηρίας ή θανάτου, ανεξαρτήτως του χρόνου ασφάλισης ή εξόδου από την εργασία (συνεπεία του κινδύνου) και όχι ένταξη σε βαρέα και ανθυγιεινά. Γιατί ο κίνδυνος που ενυπάρχει σε οποιοδήποτε επάγγελμα δεν συνιστά ούτε βαρεία ούτε ανθυγιεινή απασχόληση και δεν βλάπτει την υγεία του εργαζόμενου, μέχρι την στιγμή που αιφνίδια θα εμφανισθεί. Συμπερασματικά θα πρέπει :

1. Η πολιτεία να φροντίζει για την απάλειψη των ανθυγιεινών συνθηκών εργασίας και διασφάλιση της υγείας των εργαζομένων από τους κινδύνους που ελλοχεύουν σε κάθε απασχόληση. Η εργασία δεν πρέπει να απειλεί, αλλά να προάγει την υγεία.

2. Να επαναφέρουμε στο διάλογο τον προοδευτικό εξορθολογισμό και την σταδιακή εκλογίκευση όλων των παραμέτρων του ισχύοντος θεσμού, μετά από προηγούμενη αναλογιστική μελέτη των οικονομικών επιπτώσεων και επιδημιολογική έρευνα των νοσογόνων παραγόντων, που προβάλλονται για την ένταξη στον θεσμό.

3. Πρέπει να γίνει συνείδηση σ’ όλους τους εργαζόμενους ότι το καθεστώς βαρέων και ανθυγιεινών σημαίνει εξαγορά της υγείας των αντί «πινακίου φακής». Να αγωνίζονται για την αύξηση των αποδοχών των, Ναι! Αλλά όχι με ξεπούλημα της υγείας των. Το αγαθό της υγείας δεν εξαγοράζεται.

4. Το καλύτερο μήνυμα που μπορεί να στείλει μια επιχείρηση στους εργαζόμενους είναι η βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Και πρέπει να αντιληφθεί ο κάθε εργοδότης ότι η καλύτερη επένδυση της επιχείρησης είναι οι εργαζόμενοι σ’ αυτήν.

5. Να προσέξουν εκείνοι που διαχειρίζονται το θέμα να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος και να γίνει συνείδηση σ’ όλους ότι αυτά που προέχουν είναι η υγεία των εργαζομένων με εγγυημένο κατώτερο εισόδημα, η μη επιβάρυνση της κοινωνικής ασφάλισης, η ανάπτυξη και η εναρμόνισή μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Τέλος, η πολιτική της πρώϊμης συνταξιοδότησης συνιστά παρελθόν για όλους μας πλέον.

Είναι βέβαιο ότι στην 10ετία του 80 η πρόωρη συνταξιοδότηση εθεωρείτο φιλεργατική πολιτική, που υπαγόρευε η έλλειψη κάθε κοινωνικής πολιτικής, η υποβαθμισμένη προστασία των χαμηλότερων κοινωνικοοικονομικών στρωμάτων των παρελθουσών δεκαετιών. Όμως, η σημαντική βελτίωση των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης των Ελλήνων που έχει επιφέρει σημαντικές μεταβολές στο προσδόκιμο επιβίωσης και ο χαρακτηρισμός όλο και περισσότερων επαγγελμάτων ως βαρέων και ανθυγιεινών, σε συνδυασμό με την εξάντληση της εφευρετικότητας των συνδικαλιστών μας στην ανακάλυψη ολοένα και περισσοτέρων λόγων για την αναγνώριση πλασματικών χρόνων ασφάλισης, συμπιέζουν δραματικά προς τα κάτω το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης με οδυνηρές επιπτώσεις στο ασφαλιστικό μας σύστημα.

Οι παράγοντες που εξέθεσα μαζί με την συνεχή και επί τα χείρρω εξελισσόμενη γήρανση του πληθυσμού σημαίνουν ότι ολοένα λιγότεροι εργαζόμενοι καλούνται να συντηρήσουν ολοένα και περισσότερους συνταξιούχους με διαρκώς αυξανόμενο προσδόκιμο επιβίωσης.

Πέρα όμως από τις δυσβάσταχτες οικονομικές επιπτώσεις στην κοινωνική ασφάλιση και την εθνική μας οικονομία θα πρέπει να επισημάνουμε και την πρόσθετη επιβάρυνση του εργατικού κόστους εξ αιτίας της πρώϊμης απομάκρυνσης εμπείρων και ικανών στελεχών από την παραγωγική διαδικασία.

Ούτε άλλως τε αποτελεί άλλοθι για τις παραπάνω δυσμενείς συνέπειες η διατυμπανιζόμενη συνεισφορά της πρόωρης συνταξιοδότησης στην αντιμετώπιση της ανεργίας. Γιατί παρόμοιες πολιτικές που δοκιμάσθηκαν και σε άλλες χώρες και απέτυχαν καθώς και η δική μας εμπειρία λέει ότι κάθε πρώϊμος συνταξιούχος καταλαμβάνει και μία σημαντική θέση στην αγορά εργασίας και μάλιστα με μικρότερο για τον εργοδότη κόστος.

Βεβαίως όπως εφαρμόσθηκε ο θεσμός των βαρέων και ανθυγιεινών στην Ελλάδα ήταν καταδικασμένος να αποτύχει. Γιατί :

1. Έπασχε εκ «γενετής». Αποτελούσε πρωτοτυπία ελληνική η χωρίς φραγμούς επέκταση ενός συστήματος που εφαρμόσθηκε μόνο σε τρεις χώρες της Ευρώπης (Βέλγιο - Γερμανία - Γαλλία) αποκλειστικά όμως για τους απασχολούμενος σε υπόγειες εργασίες. Έλλειπε δηλαδή η προηγούμενη εμπειρία.

2. Δεν προηγήθηκε της εφαρμογής καμία σοβαρή αναλογιστική μελέτη, που θα καθόριζε το κόστος του θεσμού στη κοινωνική ασφάλιση και θα προσδιόριζε το ύψος του ασφαλίστρου (εργαζόμενου και εργοδότη) ανάλογα με την ηλικία του εισερχόμενου στην ασφάλιση, τον προβλεπόμενο στην ασφάλιση χρόνο κ.λπ. Αντίθετα αυτό αποφασίσθηκε χωρίς καμία τεκμηρίωση εντελώς αυθαίρετα και ενιαία για όλες τις ηλικίες και ανεξάρτητα από τον χρόνο ασφάλισης.

Κάποια εκτίμηση που είχε γίνει το 1987 από την αναλογιστική υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων αποκαλύπτει το μέγεθος της προκαλούμενης ζημιάς στο ΙΚΑ, η οποία για να καλυφθεί θα έπρεπε - ενδεικτικά αναφέρω - ασφαλιζόμενος 25 ετών να καταβάλλει ασφάλιστρο μαζί με τον εργοδότη του 32.15% (αντί του 17.85% τότε) προκειμένου να υπαχθεί στο καθεστώς των βαρέων και ανθυγιεινών. Για εκείνους δε των 40 ετών το ασφάλιστρο που προέκυπτε από την παραπάνω εκτίμηση ήταν απαγορευτικό γιατί έφθανε στο ύψος των 87.75%.

3. Δεν αξιολογήθηκε το κριτήριο της πραγματικής κατάστασης που επικρατεί στον εργασιακό χώρο και δεν υπήρξε διάφορος - πλέον ευνοϊκή - μεταχείριση των εργοδοτών που διασφαλίζουν τις απαραίτητες συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων. Σε μια τέτοια περίπτωση οι εργαζόμενοι π.χ. σε μια κλωστοϋφαντουργία που εξασφαλίζει με σύγχρονα μέσα, υγιεινό και ασφαλές περιβάλλον δουλειάς, δεν θα έπρεπε να υπαχθούν στο καθεστώς τον βαρέων και ανθυγιεινών. Το μειωμένο έτσι κόστος εργασίας θα αποτελούσε τότε ένα σημαντικό κίνητρο προς την εργοδοσία για πραγματοποίηση περαιτέρω επενδύσεων και αύξηση της παραγωγικότητας.

Από πολλούς που γνωρίζουν και απασχολούνται με το πρόβλημα σοβαρά μπαίνει το δίλημμα: Ποιο θα διερευνάται προς ένταξη στο θεσμό; Ο χώρος ή η συγκεκριμένη απασχόληση; Όλοι δηλαδή οι απασχολούμενοι στην κλωστοϋφαντουργία γενικά ή μόνο τα κλωστοϋφαντουργία που δεν διασφαλίζουν την υγεία των εργαζομένων σ’ αυτά;

Και στην περίπτωση που αποφασίσουμε την εξέταση μόνο των εργασιακών χώρων προκειμένου να εντάξουμε τους εργαζόμενους σ’ αυτούς στα βαρέα και ανθυγιεινά τι θα πρέπει να γίνει αύριο όταν ο χώρος αυτός εφαρμόσει τις κοινοτικές οδηγίες, το περίφημο άρθρο 16 του Ν. 2639/98, ποία θα είναι η τύχη των εργαζομένων στον συγκεκριμένο χώρο; Σίγουρα θα πρέπει να βγούνε από το καθεστώς των βαρέων και ανθυγιεινών. γιατί κυρίαρχη στρατηγική μας είναι η διασφάλιση της υγείας των εργαζομένων και όχι η εξαγορά αυτής αντί «πινακίου φακής».

4. Δεν έγινε καμιά διάκριση μεταξύ των απασχολουμένων στο ίδιο αντικείμενο γενικά, ανεξάρτητα αν το περιβάλλον της εργασίας του καθένα επιδρά βλαπτικά ή όχι στην υγεία των. Για παράδειγμα επικαλούμαι τους χαρτεργάτες και τους απασχολούμενους στον τύπο που πραγματικά οι κίνδυνοι που ενείχε η απασχόλησή των δικαιολογούσε την ένταξή των στο θεσμό των βαρέων και ανθυγιεινών. Όμως κοντά σ’ αυτούς έτυχαν της ίδιας προνομιακής μεταχείρισης και οι υπάλληλοι των βιβλιοπωλείων γιατί πωλούσαν χαρτικά είδη!!

Αναμφισβήτητα υπάρχει τεράστια διαφορά στην απασχόληση των τελευταίων οι οποίοι συνέβαλαν έτσι - κι αυτοί - στην κατάργηση του ΣΚΒΑΕ.

5. Δεν υπήρξε καμιά επιστημονική μελέτη τεκμηριωμένη σχετικά με τους κινδύνους που ενέχει η υπό κρίση απασχόληση ή εργασιακός χώρος. Και ακόμη δεν έχουμε καμιά επιδημιολογική μελέτη που να αποτυπώνει την νοσηρότητα και τη θνησιμότητα που παρουσιάζει στο διάστημα της τελευταίας πεντηκονταετίας κάθε κοινωνική ομάδα.

Έτσι θα μπορέσουμε να συγκρίνουμε τον βαθμό της ανθυγιεινότητας και της επικινδυνότητας που υπάρχει μεταξύ των απασχολουμένων των σωμάτων ασφαλείας που διεκδικούν τελευταία την σύνταξή των στο συζητούμενο καθεστώς και του νοσηλευτικού προσωπικού των νοσοκομείων μας που υποχρεωτικά και κάθε μέρα έρχονται σε επαφή με νοσογόνους παράγοντες πολλοί των οποίων (π.χ. HIV) είναι και θανατηφόροι.

6. Κανένας νόμος μέχρι σήμερα δεν ασχολείται με την περίπτωση που ο εργαζόμενος δεν πειθαρχεί στις υγειονομικές διατάξεις για την προστασία της υγείας του. Ενδεικτικά αναφέρω τους εργαζόμενους σε χώρους με πολλά Decibel που δεν φοράνε τιος ωτασπίδες και την καθαριότητα των Δήμων που δεν φέρουν γάντια. Τι θα γίνει στην προκειμένη περίπτωση; Θα συνεχίσουν να ανήκουν στον θεσμό;

Γρηγόρης Σολωμός, Ομιλία σε ημερίδα για την Κοινωνική Ασφάλιση, 2004

ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ   -   ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ